Οι Χαμένες Μας Καρδιές
δωδεκάχρονος Bird Gardner ζει μια ήσυχη ζωή με τον τρυφερό αλλά και καταπονημένο πατέρα του, πρώην γλωσσολόγο που τώρα δουλεύει στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Ο Bird ξέρει ότι δεν πρέπει να ρωτάει πολλά-πολλά, να ξεχωρίζει υπερβολικά, ή να ξεμακραίνει πολύ. Επί μια δεκαετία, η ζωή τους ορίζεται από νόμους γραμμένους για τη διατήρηση της «αμερικάνικης κουλτούρας» στον απόηχο χρόνων οικονομικής αστάθειας και βίας. Για την τήρηση της τάξης και την αποκατάσταση της ευημερίας, οι αρχές πλέον μπορούν και παίρνουν τα παιδιά των αντιφρονούντων, ιδίως όσων είναι ασιατικής καταγωγής, και οι βιβλιοθήκες έχουν υποχρεωθεί να κατεβάσουν από τα ράφια τους τα βιβλία που θεωρούνται αντιπατριωτικά – ανάμεσα σε αυτά, και το έργο της μητέρας του Bird, της Margaret, μιας Κινεζο-αμερικάνας ποιήτριας που άφησε τον άντρα και τον γιο της όταν ο Bird ήταν εννέα ετών.Ο Bird μεγάλωσε αποκηρύσσοντας τη μητέρα του και τα ποιήματά της? δεν ξέρει το έργο της, ούτε την τύχη της, ξέρει όμως ότι δεν πρέπει να αναρωτιέται. Όταν όμως λαμβάνει ένα μυστηριώδες γράμμα που περιέχει μονάχα μια αινιγματική ζωγραφιά, μπλέκεται σε μια περιπέτεια για να βρει την μητέρα του. Το ταξίδι του θα τον οδηγήσει πίσω στο πλήθος των θρύλων που του έλεγε όταν ήταν παιδάκι, στις τάξεις ενός παράνομου δικτύου βιβλιοθηκονόμων, στις ζωές παιδιών που τα έχουν πάρει από τους γονείς τους, και, τέλος, στη Νέα Υόρκη, όπου μια νέα πράξη απείθειας μπορεί να είναι η αρχή της -πολύ αναγκαίας- αλλαγής.