Για τη χαριτωμένη δεσποινίδα Μάντλιν Γκρέιστσερτς πλησιάζει με γοργά βήματα η πρώτη σεζόν στην καλή κοινωνία του Λονδίνου. Εκείνη, όμως, είναι πολύ θαρραλέα με τα πινέλα της ζωγραφικής και πολύ ντροπαλή με τους άντρες. Αν κάποιος στοιχημάτιζε πάνω της ότι θα βρει ταίρι, τότε αυτός θα πρέπει να ήταν τρελός ή υπερβολικά παράτολμος. Έτσι, η Μάντλιν αποφάσισε να κάνει αυτό που έχουν κάνει γενιές και γενιές ντροπαλών και αμήχανων δεσποινίδων: εφηύρε ένα αίσθημα. Ένα σκοτσέζικο αίσθημα, για την ακρίβεια. Ο υποτιθέμενος μνηστήρας, ο λοχαγός ΜακΚένζι, είναι απαράμιλλα όμορφος και αδιαπραγμάτευτα έντιμος και αφοσιωμένος σ’ εκείνη, αλλά –πολύ βολικά– δεν βρίσκεται ποτέ στο Λονδίνο. Όλο λείπει σε πολεμικές εκστρατείες. Για να αποφύγει την πίεση του κοινωνικού περίγυρου, η Μάντλιν αφιερώνει όλη την ενέργειά της στο να γράφει ερωτικά γράμματα στον Σκοτσέζο, τα οποία γεμίζει με τις ανομολόγητες ερωτικές επιθυμίες της. Και πιστή στον ρόλο της, υποκρίνεται τη συντετριμμένη όταν μαθαίνει πως ο καλός της λοχαγός ΜακΚένζι υποτίθεται ότι σκοτώνεται σε μια φοβερή μάχη. Όλα ωραία και καλά, αλλά, ύστερα από καιρό, ξαφνικά ο φανταστικός Σκοτσέζος εμφανίζεται μπροστά της με σάρκα, οστά και κιλτ. Όντως απαράμιλλα όμορφος, αλλά όχι ακριβώς αδιαπραγμάτευτα έντιμος. Ο γνωστός-άγνωστος είναι τραυματισμένος, εξαντλημένος από τον πόλεμο και κρατάει στα χέρια του τα γράμματα της Μάντλιν. Απαιτεί τη φροντίδα της, αλλά πάνω απ’ όλα είναι αποφασισμένος να την κάνει να τηρήσει όλες τις ανομολόγητες ερωτικές επιθυμίες της.